Ρεμπέτικο - Rebetiko

άρθρα-βιβλία

1. γρήγορη αναζήτηση


27/8/2005
- Συγγραφέας: ΧΡΥΣΟΥΛΑ ΠΑΠΑΪΩΑΝΝΟΥ
- ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ
«Εμείς που ζήσαμε φτωχοί» τραγουδούσε η Σωτηρία Μπέλλου, με τη δωρική, αρσενικοθήλυκη φωνή της, αυτή που σίγησε, σαν σήμερα, πριν από οχτώ χρόνια. Το τελευταίο διάστημα της ζωής της, απογοητευμένη από οικογένεια, φίλους και συναδέλφους, πάλευε με την αρρώστια που της είχε στερήσει τη φωνή, τη μοναδική της άμυνα στη ζωή, στις στενοχώριες και στα πάθη.

Οχτώ χρόνια από το θάνατό της, οι πληθωρικές ερμηνευτικές της καταθέσεις σημαδεμένες, όχι μόνο από τη χαρακτηριστική ρεμπέτικη φωνή της, αλλά και από τον τρόπο που τη χρησιμοποιούσε για να υπηρετεί αισθαντικές και μοναδικές φορτισμένες ερμηνείες, διατηρούν την ίδια βαρύτητα, αποτελώντας ανεκτίμητη προίκα για την ελληνική μουσική ιστορία. «Ανοιξε, άνοιξε», «Ζούσα μοναχός χωρίς αγάπη», «Χωρίσαμε ένα δειλινό», «Σαν απόκληρος γυρίζω», «Μη μου ξαναφύγεις πια», «Αλήτη μ' είπες μια βραδιά», μερικά από τα τραγούδια που στοίχειωσε η Μπέλλου με την ερμηνεία της.

Γεννήθηκε το 1921 στο χωριό Χάλια της Χαλκίδας, απ' όπου έφυγε 20 χρονών, κουβαλώντας έναν αποτυχημένο γάμο και έξι μήνες φυλακή (είχε ρίξει στον άντρα της βιτριόλι με σκοπό να τον τυφλώσει, επειδή δεν τη σεβόταν, όπως έλεγε η ίδια). Από μικρή αγαπούσε τη μουσική, λάτρευε τη Σοφία Βέμπο, και είχε πείσει τον πατέρα της να της αγοράσει μια κιθάρα. Οταν έφυγε, του είπε χαρακτηριστικά: «Φεύγω, αλλά μια μέρα θα γυρίσω μεγάλη και τρανή».

Στην Αντίσταση

Τα πρώτα χρόνια στην Αθήνα ήταν δύσκολα. Πούλαγε παστέλια, έκανε την αχθοφόρο, δούλευε ως υπηρέτρια σε σπίτια για να ζήσει. Κομμουνίστρια στις πολιτικές πεποιθήσεις, προσέφερε τις υπηρεσίες της στην Αντίσταση, αλλά η πολιτική της δράση σταμάτησε όταν άρχισαν τα Δεκεμβριανά.

Ξεκίνησε το τραγούδι σε ταβερνάκια, και σ' ένα απ' αυτά την ανακάλυψε ο Κίμων Καπετανάκης, θεατρικός συγγραφέας και φίλος του Βασίλη Τσιτσάνη, ο οποίος της έφτιαξε και τον πρώτο της δίσκο. Η ιδιαίτερη φωνή της δεν άργησε να την καθιερώσει στο ρεμπέτικο πάλκο, σε μια εποχή μάλιστα όχι και τόσο φιλόξενη για μια γυναίκα. Από εκείνη τη στιγμή, μια μεγάλη καριέρα ξεκινούσε. Επιτυχία, φήμη, χρήματα, η μια πλευρά. Η άλλη, η πιο σκοτεινή, γεμάτη πόνο, στενοχώριες, απογοητεύσεις, τσακωμούς και απουσία από τη δισκογραφία για μεγάλα χρονικά διαστήματα. Λίγο η εποχή, λίγο ο χαρακτήρας της, και η αμυντική της επιθετικότητα, αλλά και το πάθος με τα ζάρια, συνέβαλαν στο να περάσει η μουσική της πορεία από διάφορες διακυμάνσεις, να μείνει ρέστη πάρα πολλές φορές, αλλά και να δοκιμαστούν τα νεύρα και ο χαρακτήρας της, οδηγώντας τη σε δύο απόπειρες αυτοκτονίας.

Τραγούδησε συνθέσεις κορυφαίων δημιουργών, των Παπαϊωάννου, Χιώτη, Μητσάκη, Καπλάνη, Καλδάρα, Χατζηχρήστου, Περιστέρη. Η Μπέλλου αποδείχτηκε άξια της εμπιστοσύνης τους, καθιερώνοντας ως επιτυχίες τα κομμάτια που τραγούδησε και σφράγισε με την τραχιά, ακατέργαστη, λιτή και αισθαντική φωνή της.

Με «μοντέρνους»

Συνεργάστηκε με τον Πατσιφά του Νέου Κύματος και της δισκογραφικής εταιρείας «Λύρα», τραγούδησε σε μπουάτ με τον Μανώλη Μητσιά γιατί ήθελε να συνεργάζεται με νέους καλλιτέχνες, αλλά και να δοκιμάζεται σε πιο «μοντέρνα» τραγούδια. Είχε όμως παράπονο ότι οι «μοντέρνοι», όπως ο Ξαρχάκος και ο Θεοδωράκης, δεν της εμπιστεύονταν τα τραγούδια τους.

Ερμήνευσε και συνθέσεις του Αργύρη Κουνάδη και του Βασίλη Δημητρίου. Το 1975 συνεργάζεται με τον Διονύση Σαββόπουλο και τραγουδάει το «Ζεϊμπέκικο», που την καθιέρωσε σ' ένα κοινό το οποίο δεν ήταν τόσο οικείο με τα ρεμπέτικα ακούσματα. Από τότε, ξανοίγεται και στο λεγόμενο «έντεχνο ρεπερτόριο». Το 1980 συνεργάζεται με τον Ηλία Ανδριόπουλο στα «Λαϊκά Προάστια», με επιτυχίες όπως η «Πλατεία Βάθης» και το «Μην κλαις», και το 1985 ξανά μαζί στις «Ξένες Πόρτες». Το 1981 κάνει επιτυχία το «Δε λες κουβέντα» του Δήμου Μούτση από το «Φράγμα». Δουλεύει ακόμη με τον Δημήτρη Λάγιο το 1983 στο «Αη Λαό», με τον Γιάννη Μαρκόπουλο το 1984 στο «Περάστε Κόσμε» και το 1986 «Στο Ποτάμι» με τον Λίνο Κόκοτο. Λέει το ναι και στον Γιάννη Πάριο και στον Στέλιο Βαμβακάρη.

Πενήντα χρόνια στο τραγούδι η Σωτηρία Μπέλλου ερμήνευσε με αξιοπρέπεια τα λαϊκά ντέρτια: υπήρξε κομμάτι μιας «μπέσας» εποχής που σιγά σιγά ξεκληρίζεται...


ΧΡΥΣΟΥΛΑ ΠΑΠΑΪΩΑΝΝΟΥ


ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ - 27/08/2005


 Σχόλια X